Υπάρχουν κάποια διαχρονικά χαρακτηριστικά των (κυρίαρχων τουλάχιστον) κομμάτων στην Ελλάδα.
Π. Χασάπης «Το τέλος των πρωθυπουργών»:
«Ο Έλληνας απ τον τουρκικό ραγιαδισμό, απ την αναζήτηση του προστάτη-μεσολαβητή, πέρασε σ ένα είδος πολιτικού ραγιαδισμού αμέσως μετά την απελευθέρωση. Το πρόσωπο που επικράτησε να λέγεται «πολιτικός προστάτης» θ αποτελούσε στο εξής τον κεντρικό παράγοντα ενός προσωπικού δικτύου πολιτικής πατρωνίας, που σκοπό είχε και έχει την προσέλκυση και παγίωση της εκλογικής πελατείας. Το πρόσωπο αυτό δεν ήταν άλλο από εκείνο του εκπροσώπου της πολιτικής ολιγαρχίας, κυρίως του βουλευτή… Στον 19ο αιώνα, ο έλληνας βουλευτής είχε δυνατότητες ακόμη και διάθεσης κρατικής περιουσίας, ενώ ταυτόχρονα έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην εργασιακή κατάσταση των ατόμων και κυρίως των δημοσίων υπαλλήλων…
…Ο σημερινός πολιτικός ραγιαδισμός είναι μια βαριά κληρονομιά αιώνων. Έντεχνα όλοι οι νόμιμοι δρόμοι είναι κλειστοί. Η προσωπικότητα δεν είναι ανεκτή, ενώ ο υποτακτικός προωθείται. Θα πρέπει το κάθε άτομο αν θέλει να επιτύχει, να ξεχάσει οριστικά και αμετάκλητα τις δικές του δυνατότητες και ικανότητες, τις οποίες μάλιστα θα πρέπει να κρύβει για να μην προκαλεί. Αντ αυτού είναι αναγκασμένο ν αναζητήσει οπωσδήποτε τον «προστάτη» του μέσα απ την ανάπτυξη «πολιτικών σχέσεων», οι οποίες καταλήγουν να είναι σχέσεις εκλογικής πελατείας ή «κοινωνικών σχέσεων», οι οποίες καταλήγουν να είναι σχέσεις κοινωνικής υποκρισίας…
…Μόνο μια αλλαγή με κεντρικό στόχο την αποκέντρωση της εξουσίας, που θα σημάνει την ουσιαστική μεταφορά μεγάλου μεριδίου εξουσίας στα χέρια του απλού πολίτη, μπορεί να ζωντανέψει την κοινωνία».
Γ. Ρωμαίος, «Ιστορία των κομμάτων: απ τον Καποδίστρια στον Καραμανλή»:
«Τα κόμματα ξεκίνησαν σαν προσωποκεντρικά και ως επί το πλείστον παρέμειναν ως τέτοια. Αδυνατούσαν να εξελιχθούν οργανωτικά και να προχωρήσουν σε μια ουσιαστική εσωτερική οργάνωση και δομή. Είναι χαρακτηριστικό πως μετά την αποχώρηση ή το θάνατο των αρχηγών τους, τα κόμματα οδηγούνταν είτε σε διάλυση, είτε σε διάσπαση, είτε σε σημαντική μείωση της εκλογικής και πολιτικής τους επιρροής. Επίσης χαρακτηριστική είναι η αδυναμία των κομμάτων να υπερκεράσουν το χρόνιο, απ την αρχή της ύπαρξής τους, πρόβλημα της «βουλευτοκρατίας», δηλ των δεσμών αλληλεξάρτησης των βουλευτών με τους ψηφοφόρους τους».
Ποια ήταν η εξέλιξη των κομμάτων στα νεώτερα χρόνια;
Ανδρέας Παπανδρέου, «Η δημοκρατία στο απόσπασμα» (για τα κόμματα των δεκαετιών ’50 και ’60):
«Τα πολιτικά κόμματα ήταν προσωπικά φέουδα των αρχηγών τους, στερούμενα συγκεκριμένου πολιτικού προγράμματος που θα προέρχονταν απ τη βάση. Το πολιτικό κόμμα στην Ελλάδα είχε παραμείνει εντελώς φεουδαρχικό στη δομή του. Οι έλληνες πολιτικοί ήταν πάνω απ όλα έμποροι ρουσφετιών…
Το κόμμα της Ένωσης Κέντρου δεν ήταν τίποτα παραπάνω, από ένας συνασπισμός πολιτικών προσωπικοτήτων, υπό την προεδρία ενός επιβλητικού, χαρισματικού ηγέτη, του Γ. Παπανδρέου. Στερούμενο παράδοσης και σύγχρονης, δημοκρατικής οργάνωσης στη βάση, δεν μπορούσε να πετύχει συνοχή γύρω απ το πρόγραμμά του ή πειθαρχία στην εκτέλεση των αποφάσεων της ηγεσίας».
Στην Ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ, η διατύπωση είναι πιο ολοκληρωμένη:
«Έχει ο λαός μας πικρή πείρα απ τους κομματικούς σχηματισμούς του παρελθόντος που στηρίζονταν στη φεουδαρχική σχέση ανάμεσα σε ηγέτες και βουλευτές, ανάμεσα σε βουλευτές και κομματάρχες, ανάμεσα σε κομματάρχες και ψηφοφόρους. Από κομματικούς μηχανισμούς που είχαν αντικαταστήσει τις αρχές, το πρόγραμμα και τις δημοκρατικές διαδικασίες με το ρουσφέτι και το παρασκήνιο. Καθολικό είναι το αίτημα για πολιτικούς οργανισμούς αρχών, που να τους διακρίνει η ελεύθερη δημοκρατική έκφραση της βάσης, για να δεσμεύεται η ηγεσία στις πολιτικές αποφάσεις και για να υπάρχει συνέπεια και συνέχεια».
Πως μετεξελίχθηκαν τα κόμματα στη νεώτερη εποχή (μεταπολίτευση);
Γιάννης Βούλγαρης, «Η Ελλάδα της μεταπολίτευσης»:
«Παρότι στη μεταπολίτευση είχαμε την οικοδόμηση μαζικών κομμάτων, ο ρόλος τους βαθμιαία μειώθηκε και ο χαρακτήρας τους μεταβλήθηκε επιταχυνόμενα σε εκλογικό μηχανισμό για την κατάληψη της εξουσίας απ τις ολιγαρχικού τύπου ηγεσίες τους… Ο αρχηγικός, αντιδημοκρατικός χαρακτήρας του ΠΑΣΟΚ…Ο πρωθυπουργός-μονάρχης, πέρα και πάνω απ τα συλλογικά όργανα…μαζικές εκκαθαρίσεις (στο ΠΑΣΟΚ) διήρκεσαν 2 χρόνια…».
Ο Χρ. Βερναρδάκης είναι πιο αναλυτικός στο «Πολιτικά κόμματα, εκλογές και κομματικό σύστημα»:
«Τα κόμματα μεταβάλλονται σταδιακά σε επαγγελματικές κομματικές γραφειοκρατίες, που αποσυνδέονται απ τις αντιπροσωπευτικές εντολές τους… Η Ν.Δ. μετά το 1981 έχει εξαρχής χαρακτήρα και δομή «μαζικού κόμματος», όπου οι πολιτικές κορυφές είναι διαχωρισμένες και αυτονομημένες, ενώ η μαζική παρουσία χρησιμοποιείται σαν μηχανισμός κοινωνικής νομιμοποίησης των κεντρικών επιλογών… Η άμεση εκλογή προέδρου με ανοιχτή ψηφοφορία απ τη βάση, διευρύνει ακόμη περισσότερο τον παθητικό τρόπο συμμετοχής, αποδεσμεύοντας την εκλογή αυτή απ τις κλασικές αρχές κομματικής διαδικασίας, όπως η οργανωμένη διαβούλευση και ο απολογισμός, η δεσμευτικότητα της πολιτικής συμφωνίας των οργανωμένων εθελοντικά μελών, η συλλογικότητα των αποφάσεων… Η επιστροφή του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση το 2009, συνοδεύτηκε απ την οικονομική και κοινωνική πολιτική του «Μνημονίου» και των δανειστικών συμβάσεων, δηλ μιας ακραίας, μεσαιωνικού τύπου κεφαλαιοκρατικής πολιτικής, που αποφασίστηκε, συμφωνήθηκε και υλοποιήθηκε, από μια μικρή ομάδα περί τον πρωθυπουργό, ερήμην ακόμα και της κεντρικής πολιτικής ελίτ του ΠΑΣΟΚ…».
Το σήμερα των κομμάτων μας το περιγράφει ο συνταγματολόγος Κ. Χρυσόγονος στο άρθρο του «Η απόλυτη μοναρχία»:
«Το Μάρτη του ’14 ο πρωθυπουργός Σαμαράς προσήλθε στη βουλή μόνο και μόνο για να διαγράψει το μοναδικό βουλευτή που ψήφισε «παρών» στο πολυνομοσχέδιο των προαπαιτούμενων της νέας δόσης, μ ένα πρόχειρο σημείωμα που παρέδωσε στο προεδρείο… Ο κομματικός ηγεμόνας ενεργεί σαν εισαγγελέας, σαν δικαστής και σαν δήμιος ταυτόχρονα, κατά παράβαση τόσο του κανονισμού της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ν.Δ., όσο και του άρθρου 29, παρ 1 του Συντάγματος (αρχή της εσωκομματικής δημοκρατίας)… Το εσωκομματικό «πολίτευμα» της Ν.Δ. (όπως και στο ΠΑΣΟΚ) είναι η απόλυτη μοναρχία… Τα όργανα είτε αδρανούν, είτε συνεδριάζουν μόνο για να επευφημήσουν τον «πρόεδρο»-αιρετό μονάρχη…».
Βλέπουμε λοιπόν ότι στην Ελλάδα τα κόμματα, αυτός ο βασικός θεσμός της κοινωνίας, έχουν παραμείνει στην ουσία ένας θεσμός φεουδαρχικός, ένα μεσαιωνικό απολίθωμα, που φιλτράρει και καθορίζει όλη την πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της κοινωνίας. Έχουμε ένα φεουδαρχικό, μοναρχικό πολιτικό σύστημα, στολισμένο με χρυσόσκονη κοινοβουλευτισμού, την οποία τα Μέσα Μαζικής Αποβλάκωσης φωτίζουν και τονίζουν κάθε φορά, για ν αποσπάσουν την προσοχή του κόσμου απ την ουσία του συστήματος: τα κόμματα-φέουδα της πολιτικής ολιγαρχίας. Είναι ντροπή για τον κάθε Έλληνα, που ανέχεται να συνεχίζεται αυτό το αίσχος μέχρι σήμερα.
Ο Π. Χασάπης το λέει με άλλα λόγια:
«Το κοινοβουλευτικό σύστημα χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται στη χώρα μας σαν άλλοθι δημοκρατίας, προκειμένου να επιβάλλονται στο λαό τα διάφορα προσωπικά και μη, ντόπια και ξένα συμφέροντα, με δημοκρατικό μανδύα».
Μόνο η συνταγματική πρόβλεψη θεσμών εσωκομματικής δημοκρατίας θα μπορούσε να εξαλείψει αυτό το μεσαιωνικό βαρίδι της κοινωνίας μας και να δημιουργήσει συνθήκες ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών στα κόμματα και στην πολιτική. Μα τότε, όλο το καθεστώς θα κατέρρεε…
[Η αναθεώρηση του συντάγματος για κάποιους, πρέπει ν αφορά τον αριθμό των βουλευτών και άλλα παρόμοια «ζωτικά» ζητήματα. Βλέπετε ο φεουδάρχης και με μισούς υπηρέτες, μπορεί να κάνει τη δουλειά του… (Π. Χασάπης «Το τέλος των πρωθυπουργών: «Στο πολιτικό μας σύστημα, με δεδομένο τον τρόπο συγκρότησης και λειτουργίας των κομμάτων, οι βουλευτές δεν είναι στην πραγματικότητα αντιπρόσωποι του λαού, αλλά αντιπρόσωποι της αντίστοιχης κομματικής ηγεσίας. Είναι στην ουσία απολογητές και πειθήνια όργανα της τελευταίας, απ τη βούληση της οποίας εξαρτάται η πολιτική τους ύπαρξη»)].
Προκαλεί εντύπωση, πως ένας άνθρωπος σαν τον Ανδρέα Παπανδρέου, που εντόπισε και περιέγραψε θαυμάσια αυτό το πολιτικό σύστημα και διακήρυξε την αλλαγή του, όταν ήρθε στην εξουσία, όχι μόνο το συνέχισε, αλλά και το «αναβάθμισε». Κάποιοι έχουν δώσει την εξήγηση ότι «ο Παπανδρέου ήταν άνθρωπος των αμερικανών, ήταν πράκτορας της CIA». Αλλά, όπως είπε κάποιος για τους Γάλλους του 18ου αιώνα «απόμενε να εξηγηθεί, πως ένα έθνος 36 εκατομμυρίων αιφνιδιάστηκε και οδηγήθηκε χωρίς αντίσταση στην αιχμαλωσία, από τρεις αγύρτες». Εγώ θεωρώ πιο πιθανή την ύπαρξη κάποιου υλικού κατά βάση μηχανισμού στην ελληνική κοινωνία, που έμεινε αναλλοίωτος στην ουσία του δεκαετίες επί δεκαετιών, που παράγει με αναγκαιότητα τα γνωστά αποτελέσματα στο πολιτικό εποικοδόμημα, και ο οποίος πρέπει με όσο το δυνατόν επιστημονικό τρόπο, να εντοπιστεί, να εξηγηθεί και να βρεθεί τρόπος αλλαγής του.
Γίνεται λόγος σήμερα για το εκλογικό σύστημα της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης και ο δημοσιογράφος Κ. Βαξεβάνης, σαν αστείο, προτρέπει τον «νομοπλάστη» Βενιζέλο να εφεύρει νόμο που να νικά το δεύτερο σε ψήφους κόμμα. Αλλά κάτι τέτοιο δεν θάναι πρωτόγνωρο για την Ελλάδα. Ο Καραμανλής στις εκλογές του 1956 είχε εφεύρει το «πλειοψηφικό με περιορισμένη εκπροσώπηση της μειοψηφίας», όπου η ΕΡΕ με 47,4% των ψήφων, έλαβε 165 έδρες (και νίκησε!), ενώ η Δημοκρατική Ένωση με 48,1% έλαβε 135 έδρες (!).
Το 1961, πριν τις εκλογές της βίας και της νοθείας, σύμφωνα με τον Ανδρέα Παπανδρέου («Η δημοκρατία στο απόσπασμα»), ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και ο αρχηγός της CIA στην Ελλάδα Κάμπελ, προσπάθησαν να πείσουν τον Γ. Παπανδρέου μέσω του γιού του Ανδρέα, να συνηγορήσει στην ψήφιση του εκλογικού συστήματος των συγγενών κομμάτων (σύμφωνα με αυτό το σύστημα, το Συμβούλιο της Επικρατείας, θ αποφάσιζε και θα κατέτασσε τα κόμματα σε 2 κατηγορίες: στα εθνικόφρονα και στα μη εθνικόφρονα. Κατά την καταμέτρηση των ψήφων, όλες οι έδρες θα παραχωρούνταν στην κατηγορία (όχι στο κόμμα) που είχε εξασφαλίσει το μεγαλύτερο αριθμό ψήφων στην κάθε εκλογική περιφέρεια. Η τελική κατανομή των εδρών στα κόμματα της νικήτριας κατηγορίας σε κάθε περιφέρεια θα γίνονταν με αναλογική βάση). Έτσι θα κατάφερναν να εξαφανίσουν την ΕΔΑ, που στις εκλογές του 1958 είχε αναδειχθεί σε αξιωματική αντιπολίτευση). Όταν είδαν ότι αποτυγχάνουν, ο Κάμπελ είπε στον Ανδρέα: «Πηγαίνετε να πείτε στον πατέρα σας πως στην Ελλάδα μας περνά. Κάνουμε ό,τι θέλουμε και δεν σταματάμε προ ουδενός».
Αν κάποιοι αμφιβάλουν αν το Συμβούλιο της Επικρατείας θα έπαιρνε μια τέτοια απόφαση κατηγοριοποίησης των κομμάτων, ο Ανδρέας Παπανδρέου στο βιβλίο του αναφέρει: «Τη δικαιοσύνη τότε την έλεγχαν εκείνοι που δέχτηκαν να συμμετάσχουν στην πρώτη κυβέρνηση της δικτατορίας. Εκτός απ τη στρατιωτική χούντα, υπήρχε και η χούντα των δικαστών. Πρωθυπουργός της δικτατορίας έγινε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου είχε ασκήσει εναντίον του δίωξη για ενέργειές του συγκάλυψης των υπευθύνων της δολοφονίας του βουλευτή της αριστεράς Γρ. Λαμπράκη. Η πλειοψηφία του Αρείου Πάγου τον κάλυψε…».
Νέο σχήμα στην παλιά ιδέα (εθνικόφρονες και μη) έδωσε ο Σαμαράς με δηλώσεις του στην επίσημη εναρκτήρια τελετή της Ελληνικής Προεδρίας στο Μέγαρο Μουσικής, όταν χαρακτήρισε την απουσία του Τσίπρα σαν αντιευρωπαϊκή, αντιδυτική και αντινατοϊκή. Θα το τολμήσουν εν έτει 2014;…