όπου ιδρύουν εταιρείες «μαϊμού», τις οποίες χρησιμοποιούν στη συνέχεια για να αποκτήσουν πολυτελή αυτοκίνητα, καταφέρνοντας με αυτό τον τρόπο να γλυτώσουν τους χιλιάδες ευρώ από φόρους.
Η γειτονική χώρα είναι όμως ο «παράδεισος» και για αρκετούς επαγγελματίες της Βορείου Ελλάδος του κλάδου των μεταφορών. Και αυτό διότι ολοένα και περισσότεροι ιδιοκτήτες τέτοιων εταιρειών τοποθετούν βουλγαρικές πινακίδες κυκλοφορίας στα βαριά οχήματά τους και συνεχίζουν να κάνουν όπως και πριν τις μεταφορές σε ελληνικό έδαφος, απαλλαγμένοι πλέον από κάθε φορολογική επιβάρυνση.
Οι απώλειες για το ελληνικό δημόσιο είναι τεράστιες και από τα μέχρι στιγμής στοιχεία φαίνεται πως τίποτα δεν μπορεί να αναχαιτίσει την τάση των Βορειοελλαδιτών κυρίως να αγοράσουν σε τιμές κόστους ένα πολυτελές αυτοκίνητο ή να δραστηριοποιηθούν επαγγελματικά στη γειτονική χώρα.
Στο Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ) φθάνουν καθημερινά δεκάδες καταγγελίες πολιτών, οι οποίοι αναφέρονται στο συγκεκριμένο ...φαινόμενο και ζητούν την παρέμβαση των αρμοδίων αρχών ώστε να μπει «φρένο» στην όλη κατάσταση. Με αφορμή μάλιστα τις καταγγελίες αυτές και κατόπιν παραγγελίας των οικονομικών εισαγγελέων, το ΣΔΟΕ ξεκίνησε μετά το Πάσχα έρευνα προκειμένου να εντοπίσει τους παραβάτες και να τους επιβάλλει στη συνέχεια τις κυρώσεις και τα πρόστιμα που τους αναλογούν.
Στο πλαίσιο δε των ερευνών οι ελεγκτές του ΣΔΟΕ βρίσκονται σε ανοιχτή γραμμή με τις φορολογικές και αστυνομικές αρχές της γειτονικής χώρας με στόχο να ελέγξουν καταρχάς αν οι εταιρείες στις οποίες εμφανίζονται να ανήκουν τα πανάκριβα αυτοκίνητα έχουν πράγματι επιχειρηματική δραστηριότητα ή είναι απλώς εταιρείες – σφραγίδες που στήθηκαν με μοναδικό σκοπό κάποιοι Έλληνες να αποκτήσουν μια ή περισσότερες αφορολόγητες λιμουζίνες.
Μιλώντας στο «Πρώτο Θέμα» στελέχη του ΣΔΟΕ τόνιζαν ότι στις περιπτώσεις εκείνες που διαπιστωθεί ότι Έλληνας φορολογούμενος κατέχει αυτοκίνητο με βουλγαρικές πινακίδες τότε υπάρχει έδαφος, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, για φορολογικό έλεγχο. Όταν δε το όχημα αποκτήθηκε μέσω εταιρείας – μαϊμού που έχει συσταθεί στη Βουλγαρία και δεν εμφανίζει έσοδα από πραγματική επιχειρηματική δραστηριότητα, τότε υπάρχει θέμα παραβίασης της ελληνικής τελωνειακής νομοθεσίας περί λαθρεμπορίου με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όσους «συλλαμβάνονται» να οδηγούν αυτά τα οχήματα.
Στόχος των ελεγκτών του ΣΔΟΕ είναι να μπορέσουν να εντοπίσουν ικανό αριθμό τέτοιων περιπτώσεων ώστε, μεταξύ των άλλων, να στείλουν το ανάλογο «μήνυμα» και σε όσους σχεδιάζουν να αποκτήσουν πολυτελή αυτοκίνητα με αυτό τον τρόπο, ζημιώνοντας το ελληνικό δημόσιο.
Το φαινόμενο της απόκτησης πολυτελούς ΙΧ μέσω Βουλγαρίας έκανε την εμφάνισή του μετά την επιβολή φόρου πολυτελείας στην απόκτηση αυτοκινήτων υψηλού κυβισμού, τη μεγάλη αύξηση των τεκμηρίων διαβίωσης και των τελών κυκλοφορίας. Και η ένταξη της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα χερσαία σύνορά της με την Ελλάδα διευκόλυνε πολύ όσους ήθελαν να παρακάμψουν την ελληνική φορολογική νομοθεσία για επενδύσεις αλλά και για κατανάλωση.
Σύμφωνα με τις με τις καταγγελίες που φτάνουν στο ΣΔΟΕ το όλο σκηνικό «στήνεται» κυρίως με τους εξής τρόπους. Έλληνες που διαμένουν ή δραστηριοποιούνται κυρίως στη Βόρειο Ελλάδα, ιδρύουν στη γειτονική χώρα μια εταιρεία στα «χαρτιά» η οποία δεν έχει καμία εμπορική δραστηριότητα, και αγοράζουν ένα πολυτελές ΙΧ και το κινούν στην Ελλάδα. Μάλιστα, όπως αναφέρουν οι καταγγέλλοντες, το τελευταίο διάστημα πολλοί είναι εκείνοι που επιλέγουν έναν άλλο ακόμη πιο απλό τρόπο για να αποκτήσουν το αυτοκίνητο των ονείρων τους. Δεν ανοίγουν καν εταιρεία αλλά μισθώνουν εικονικά το διαμέρισμα ενός Βούλγαρου γνωστού τους. Με τον τρόπο αυτό φαίνονται ως μόνιμοι πλέον κάτοικοι της γειτονικής χώρας και έχουν το δικαίωμα να αγοράσουν σε τιμή Βουλγαρίας ένα πανάκριβο αυτοκίνητο.
Παράλληλα, μετά την επιβολή υψηλών φορολογικών συντελεστών στην Ελλάδα, ελέω της οικονομικής κρίσης, εταιρείες του κλάδου μεταφορών μετακομίζουν, όπως καταγγέλλεται στις σχετικές αναφορές προς το ΣΔΟΕ, στη Βουλγαρία, όπου τοποθετούν βουλγαρικές πινακίδες κυκλοφορίας στα οχήματά τους. Στη συνέχεια επιστρέφουν στην Ελλάδα και συνεχίζουν να ασκούν όπως και πριν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες απαλλαγμένοι όμως τις φορολογικές υποχρεώσεις τους προς το ελληνικό δημόσιο.
Πηγή: protothema.gr