χαλκευμένα στοιχεία και τα οποία αφορούν τον όγκο των ιατρικών πράξεων και εργαστηριακών εξετάσεων στο Νομό μας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ενδεχομένως κακή και λανθασμένη εντύπωση για τον τρόπο που ασκούν την ιατρική επιστήμη τα μέλη μας.
Εμείς αισθανόμαστε περήφανοι γι’ αυτήν μας την πρωτιά, καθόσον αυτό σημαίνει ότι, αφενός μεν ασκούμε σύγχρονη ιατρική και όχι της δεκαετίας του ΄60 ( εκεί όπου θέλουν να μας γυρίσουν), αφετέρου δε ότι σεβόμαστε τους ασθενείς συμπολίτες μας, τα δικαιώματα και τις εισφορές τους.
Δυστυχώς όμως, εκείνοι που απεργάζονται την περαιτέρω αποδόμηση του δημόσιου συστήματος υγείας με την καθημερινή απομείωσή του και που μοναδικό τους στόχο έχουν την απομύζηση των εισφορών των ασφαλισμένων, χωρίς να τους παρέχουν σύγχρονες και ποιοτικές υπηρεσίες υγείας που φυσικά κοστίζουν, έκαναν ανερυθρίαστα και με περισσή θρασύτητα πάλι την εμφάνισή τους.
Το πρόσφατο πάθημά τους που κατέληξε σε φιάσκο, προφανώς δεν τους έγινε μάθημα! Πριν από λίγο καιρό διατυμπάνιζαν πως για το ίδιο ακριβώς θέμα είχαν ανακαλύψει 59 (!) παραβάτες από τους 25.000 γιατρούς που συνταγογραφούν μόνο στον ιδιωτικό τομέα και τους τιμώρησαν με διακοπή της σύμβασης, φυσικά με αστείες κατηγορίες, οι οποίες κατέρρευσαν αμέσως με δικαστικές αποφάσεις προσωρινών ασφαλιστικών μέτρων στους περισσότερους.
Όσο αναφορά δε τις «υπερβολικές» δαπάνες για ιατρικές πράξεις και εργαστηριακές εξετάσεις στο Νομό μας, έχουμε να δηλώσουμε τα εξής :
Κατ’ αρχάς δεν είναι αποτέλεσμα προκλητής ζήτησης, καθόσον ήδη στο ΣΗΣ λειτουργούν διαγνωστικά και θεραπευτικά πρωτόκολλα, με αποτέλεσμα κανένας γιατρός να μην υπερσυνταγογραφεί.
Ακόμα κι αν υπήρχε τέτοια περίπτωση, λόγω ατέλειας του συστήματος, με έναν απλό έλεγχο θα είχαν επισημανθεί οι παραβατικές περιπτώσεις και οι γιατροί θα είχαν ήδη τιμωρηθεί, γεγονός που δεν συνέβη.
Άρα μιλάμε για νομιμότατες διαπιστώσεις, επικοινωνιακού χαρακτήρα, που ερμηνεύονται από τα παρακάτω:
Ο Νομός Λάρισας έχει πανελλαδικά το υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής μελών του στον ΕΟΠΥΥ, και οι εξετάσεις επιβαρύνουν τον ΕΟΠΥΥ, από όπου προέρχονται τα μαγειρεμένα στοιχεία και όχι τον ασφαλισμένο, σε αντίθεση με άλλους Νομούς όπου το ποσοστό είναι χαμηλό ως ανύπαρκτο.
Στο μέσο όρο που υπολογίζουν τις δαπάνες ανά γιατρό δεν λαμβάνουν υπόψιν εξετάσεις που γίνονται σε διαγνωστικά κέντρα, εταιρείες και εξωτερικά ιατρεία ιδιωτικών νοσοκομείων.
Το επιστημονικό επίπεδο των γιατρών, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα στο Νομό μας είναι αρκετά υψηλό, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται σύγχρονες και κατά επέκταση κοστοβόρες εξετάσεις για την διερεύνηση των ασθενειών, που ναι μεν δεν βολεύουν το σύστημα και τους αυτόκλητους χειροκροτητές ορισμένων κεντρικών, αλλά δυστυχώς και περιφερειακών Μ.Μ.Ε., εξυπηρετούν όμως τα μέγιστα τους ασφαλισμένους, που πληρώνουν μεγάλα ποσά για το σκοπό αυτό μέσω των εισφορών τους.
Η λειτουργία ιδιαίτερα του ΠΓΝΛ στην πόλη μας, με το προσωπικό ΔΕΠ να ιδιωτεύει και τους γιατρούς ΕΣΥ στα απογευματινά ιατρεία, αποτέλεσε αιτία θεμιτού ανταγωνισμού και παραδεκτής δεοντολογικά άμιλλας μεταξύ των συναδέλφων του ιδιωτικού τομέα, συμπαρασύροντας έτσι την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας, άρα και το κόστος, προς τα πάνω. Γιατί ποιότητα χωρίς κόστος δεν υφίσταται, τουλάχιστον στις υπηρεσίες υγείας.
Τα διαγνωστικά κέντρα που λειτουργούν στην πόλη μας είναι αρκετά, αξιόπιστα και σύγχρονα ιατροτεχνολογικά εξοπλισμένα, όπως επίσης και τα ιατρεία των κλινικοεργαστηριακών γιατρών, με αποτέλεσμα να εξυπηρετούνται ασθενείς και από άλλες περιοχές.
Στο Νομό μας λειτουργούν 11 ιδιωτικές κλινικές και 4 κέντρα αποκατάστασης καθώς και ένα ιδιωτικό νοσοκομείο, ταυτόχρονα με το ΠΓΝΛ και το ΓΝΛ, όπου νοσηλεύονται ασθενείς από την ευρύτερη περιοχή και όχι μόνο, ενώ 660 ιδιώτες γιατροί προσφέρουν τις υπηρεσίες από τα ιατρεία τους και έχουν πρόσβαση στο ΣΗΣ.
Επίσης, στη περιοχή μας, οι ασφαλισμένοι διατηρούν ακόμα σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό την ασφαλιστική τους ικανότητα, άρα φαίνονται οι εξετάσεις και τα φάρμακα που συνταγογραφούνται στο σύστημα, σε σύγκριση με άλλες περιοχές που την έχουν χάσει και τα πληρώνουν από την τσέπη τους, χωρίς να φαίνονται πουθενά.
Τέλος, θα τολμήσουμε να δηλώσουμε πως, το κόστος σε σχέση με την ποιότητα υπηρεσιών υγείας που προσφέρουν τα μέλη μας στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, είναι σχετικά χαμηλό, και αυτό οφείλεται κυρίως στην επιστημονική τους εξειδίκευση, αλλά και στην επιστημονική επιμέλεια που επιδεικνύουν.