(υποψιασμένο και συμμέτοχο καθόλη τη διάρκεια της παράστασης) χειροκρότησε τη σκηνική μουσική βιογραφία του Έλληνα μουσουργού και πολιτικού άνδρα Μίκη Θεοδωράκη.
Η παράσταση άλλωστε στόχο είχε το συναίσθημα καταφέρνοντας να δώσει στο κοινό μεγάλο μέρος βιωμένης εθνικής ιστορίας. Έτσι ακριβώς με μια δραματουργία «σβέλτων τηλεοπτικών χρόνων που κάνει focus στο θυμικό, μοιρασμένη μεταξύ σκηνικής δράσης και εσωτερικού μονολόγου (του Μίκη - Αρη Λεμπεσόπουλου), το «Ποιος τη ζωή μου…» αφηγείται στρωτά, με χρονολογική σειρά και μέσω της αρκετά καλοκουρδισμένης μείξης πρόζας και μουσικής, τα παιδικά και νεανικά χρόνια του ήρωά του. Τα πρώτα εύσημα στο ωδείο, τις μεταθέσεις του πατέρα, τα πρώτα σκιρτήματα της πολιτικής αφύπνισης, τις πρώτες συλλήψεις» (Ι. Κλεφτόγιαννη). Και, εν συνεχεία, ό,τι συνέβαλε στη μυθολογία του Θεοδωράκη: Αντίσταση, εξορίες, αντιδικτατορικός αγώνας, μουσικές επιτυχίες. Η σχέση ή συνεργασία με τον Χατζιδάκι, τον Ελύτη, τον Ρίτσο, τον Σεφέρη…
Τρεις σημαντικοί ηθοποιοί, ο Γρηγόρης Βαλτινός, η Φιλαρέτη Κομνηνού και ο Άρης Λεμπεσόπουλος, ερμήνευσαν τους βασικούς ρόλους, τον πατέρα, την μητέρα και τον ίδιο τον Μίκη αντίστοιχα ενώ το μουσικό κομμάτι, το οποίο και απλώνεται ομοιόμορφα σε όλη την έκταση της παράστασης, άλλοτε συγκινεί, άλλοτε παρακινεί και πάντα ενθουσιάζει. Πρώτον γιατί το μεγαλείο του έργου του μουσικοσυνθέτη σε καμία περίπτωση δεν μπορείς να το παραβλέψεις, ακόμη και στην περίπτωση που δεν συγκαταλέγεται στους αγαπημένους σου αλλά και επειδή οι ερμηνείες των Κώστα Μακεδόνα, Γιώτας Νέγκα, Κώστα Θωμαϊδη και Άννας Λινάρδου στην πλειοψηφία τους συνεπαίρνουν.
Η εξιστόρηση του έπους Θεοδωράκη διακόπτεται το έτος 1974 παρά το γεγονός ότι η μετέπειτα ζωή και η μουσική δράση του Μίκη προσφέρει υλικό πλούσιο σε δημιουργία και πολιτικές προτάσεις.
Το βέβαιο είναι πως την παράσταση την παρακολούθησε ένα ζεστό, αισθητικά καλλιεργημένο και πολιτικά συνειδητοποιημένο κοινό (ειδικά στα σημεία με αναφορές στον Λαμπράκη, στον Πέτρουλα) σιγοτραγουδώντας τα τραγούδια του Θεοδωράκη, διαχρονικά ορόσημα της μουσικής ιστορίας μας. Και με τα δύο διαχρονικά πάθη του: τη μουσική και την Επανάσταση.
* Το φωτορεπορτάζ είναι του Ευριπίδη Θεοδοσίου